Αν οι θεοί φορολογούν την έκσταση, είμαι πρόθυμος να πληρώσω
«Σίγουρα, στον κόσμο υπάρχει πολλή δυστυχία, αλλά υπάρχει και αρκετή απόλαυση. Αν κάποιος αποδιώξει την απόλαυση για ν’ αποφύγει τη δυστυχία, τότε τι έχει κερδίσει;
Μια ζωή δίχως δυστυχία και δίχως ευχαρίστηση είναι μια ουδέτερη, άδεια ζωή, είναι το τίποτα του κενού .
…… Το να επιζητείς πραγματικά τη μηδαμινότητα του τίποτα είναι χειρότερο κι από ήττα. Είναι στενοκαρδία, είναι μια ατιμωτική υποχώρηση και παράδοση άνευ όρων. Σαν τα μωρά παιδιά που φοβούνται τόσο πολύ τον πόνο, ώστε απορρίπτουν τα μύρια γλυκά θαύματα της ζωής για να προστατευθούν από το πλήγωμα. Πώς μπορείς να σεβαστείς μια τέτοια αδυναμία, πώς μπορείς να θαυμάσεις έναν άνθρωπο που συνειδητά ενστερνίζεται την κενότητα, τη μετριότητα και την ασφάλεια, αντί να ρισκάρει την πιθανή οδύνη που μπορεί να προκύψει από κάποιες απογοητεύσεις;
…..Αν η επιθυμία προκαλεί οδύνες, ίσως αυτό να γίνεται επειδή δεν επιθυμούμε με σύνεση, ή επειδή είμαστε αδέξιοι στο να αποκτήσουμε εκείνο που επιθυμούμε. Αντί να κρυβόμαστε μέσα σ’ ένα πέπλο από προσευχές χτίζοντας τοίχους ολόγυρά μας, ενάντια στον πειρασμό, γιατί να μην γινόμαστε πιο επιδέξιοι στην εκπλήρωση της επιθυμίας;
Η σωτηρία είναι για τους αδύναμους, αυτό τουλάχιστον πιστεύω εγώ. Δε τη θέλω τη σωτηρία. Εγώ θέλω ζωή, ζωή στην πληρότητά της, τόσο τη μιζέρια της, όσο και το μεγαλείο της.
Αν οι θεοί φορολογούν την έκσταση, είμαι πρόθυμος να πληρώσω. Αλλά και σε κάθε ευκαιρία, θα διαμαρτυρηθώ για τους φόρους τους, κι αν ο Οντίν, ή ο Σίβα, ή ο Βούδας, ή αυτός ο – πως τον λένε; – ο Χριστιανός, δε δεχτούν τη διαμαρτυρία μου, τότε κι εγώ θα δεχτώ την οργή τους.
Στο κάτω κάτω, θα έχω γευτεί αυτό το συμπόσιο που έχουν απλώσει μπροστά μου, πάνω σ’ αυτόν τον πλούσιο, στρογγυλό πλανήτη, αντί ν’ απομακρύνομαι σαν φαφούτης γερολαγός. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι τα πιο απολαυστικά πράγματα της ζωής απλώθηκαν μπροστά μας, μόνο και μόνο για να μας βάλουν σε δοκιμασία και να κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την απόκτηση του μεγάλου βραβείου: της ασφάλειας του τίποτα. Ένα τέτοιο φτηνό παιχνίδι με τη ζωή είναι ανάξιο, τόσο για τον άνθρωπο, όσο και για τους θεούς.»
Τομ Ρόμπινς. Από το “Άρωμα του Ονείρου” [“Jitterbug Perfume”, πρώτη δημοσίευση το 1984, σε μετάφραση Γ. Κωστόπουλου, εκδόσεις Αίολος].