Ύμνος Στη Νέμεση – από τους Ορφικούς ύμνους
Ελάχιστα γνωρίζουμε για τη Νέμεσι, αυτή την αρχαιότατη θεότητα, που προσδιορίζεται άλλοτε ως Ιχναίη, άλλοτε ως Αδράστεια ή Ραμνουσία. Η ετυμολογία, η ρίζα του ονόματος «νέμω», δήλωνε αρχικά τη δίκαιη διανομή, τη μοιρασιά που γίνεται βάσει νόμιμης εξουσίας.
Με τον καιρό απέκτησε τη σημασία της ανάληψης δικαστικής δράσης εκ μέρους της εξουσίας, ώστε να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Ως λέξη η «Νέμεσις» έχει αντικειμενική αξία και όχι υποκειμενική. Αναφέρεται στο φορέα της εξουσίας που την ασκεί.
Μεταφορικά λέγοντας «Νέμεσι» εννοούμε τη θεία δίκη. Ήταν η Νύχτα σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου και τον Παυσανία, που δίχως σύντροφο αρσενικό γέννησε την Νέμεσι, για να κρατά σε ισορροπία τις ανθρώπινες υποθέσεις. Στα Διονυσιακά του Νόννου έχουμε μια διαφορετική άποψη, που θέλει την Νέμεσι κόρη του Ωκεανού, ενώ ο Υγίνος την περιγράφει ως δημιούργημα του Ερέβους και της Νύχτας. Ονομαζόταν, επίσης, Ραμνουσία, εξαιτίας ενός αγάλματος και ενός ναού της στον Ραμνούντα, χωριό της βόρειας Αττικής.
Το επίθετο Αδράστεια που της αποδόθηκε, «εκείνη από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει», ανήκε μάλλον αρχικά στη φρυγική θεότητα Κυβέλη και της αποδόθηκε μεταγενέστερα.
Η Νέμεσις ως θεότητα προσωποποιούσε μαζί με άλλες (Θέμιδα, Ειμαρμένη κ.ο.κ.) την έννοια της δικαιοσύνης και αποκαθιστούσε την τάξη (της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας, του κόσμου), όταν αυτή διασαλευόταν. Τότε τιμωρούσε την υπεροψία και την αλαζονεία των ανθρώπων (την ύβριν). Αν κάποιος αδικεί τους άλλους συνεχώς, και κάποια στιγμή η ίδια η ζωή του θέσει οδυνηρό φρένο στη στρεβλή πορεία του, τότε μιλάμε για «θεία δίκη».
Ο Ύμνος προέρχεται από το ellinikoarxeio.com
Νεμέσεως ὕμνος. Ὦ Νέμεσι, κλήιζω σε, θεά, βασίλεια μεγίστη, πανδερκής, ἐσορῶσα βίον θνητῶν πολυφύλων ἀιδία, πολύσεμνε, μόνη χαίρουσα δικαίοις, ἀλλάσσουσα λόγον πολυποίκιλον, ἄστατον αἰεί, ἣν πάντες δεδίασι βροτοὶ ζυγὸν αὐχένι θέντες σοὶ γὰρ ἀεὶ γνώμη πάντων μέλει, οὐδέ σε λήθει ψυχὴ ὑπερφρονέουσα λόγων ἀδιακρίτωι ὁρμῆι. πάντ’ ἐσορᾶις καὶ πάντ’ ἐπακούεις, καὶ πάντα βραβεύεις ἐν σοὶ δ’ εἰσὶ δίκαι θνητῶν, πανυπέρτατε δαῖμον. ἐλθέ, μάκαιρ’, ἁγνή, μύσταις ἐπιτάρροθος αἰεί δὸς δ’ ἀγαθὴν διάνοιαν ἔχειν, παύουσα πανεχθεῖς γνώμας οὐχ ὁσίας, πανυπέρφρονας, ἀλλοπροσάλλας. |
ΝΕΜΕΣΕΩΣ ύμνος Ω Νέμεσι σε υμνώ, εσένα την θεά την μεγαλύτερη βασίλισσα πού βλέπεις τα πάντα καί παρατηρείς τον βίον των ανθρώπων, πού ανήκουν εις πολλάς φυλάς αιωνία, σεβαστή, πού μόνον εσύ χαίρεσαι στα δίκαια, καί τιμωρείς τον πολυποίκιλον λόγον, τον πάντοτε ασταθή εσένα φοβούνται όλοι οι άνθρωποι πού έχουν ζυγόν στον τράχηλο (πού έχουν βαρείαν συνείδησιν) διότι εσύ ενδιαφέρεσαι πάντοτε δια την γνώμην (την διάθεσιν) όλων, ούτε σου διαφεύγει την προσοχήν ή ψυχή, πού υπερηφανεύεται κατά τους λόγους με άκοτανόητον ορμήν. Εσύ τα πάντα εποπτεύεις καί τα πάντα ακούεις καί τα πάντα κρίνεις από σε εξαρτώνται αι δίκαι των ανθρώπων, ώ υπέρτατη θεά Ελα ώ μακαριά, αγνή, βοηθός πάντοτε εις τους μύστας καί δόσε τους να έχουν άγαθήν διάνοιαν, καί να καταπαύσης τας μισητάς γνώμας (σκέ ψεις), τας αντιθέσεις, τας ανοησίας, τάς υπεροπτικάς καί αλλοπρόσαλλους (ευμεταβόλους). |