Ποδοπατημένοι, ανικανοποίητοι, προφυλαγμένοι και άκυροι…
Αν θέλουμε να ζήσουμε το ατελεύτητο της ψυχής, την υπέρβαση των ορίων της ύπαρξής μας, πρέπει να μπούμε στη διάσταση του έρωτα. Τότε χάνουμε την αίσθηση των πραγμάτων κι αυτό είναι καλό.
Όταν βιώνουμε μια εμπειρία στην οποία ένα άτομο ξένο προς εμάς γίνεται πηγή έκστασης, τότε βρισκόμαστε σε “οριακή κατάσταση”. Όταν αντιλαμβάνομαι ότι η ευτυχία μου περνάει μέσα από ένα άλλο ανθρώπινο ον, εγκαταλείπομαι σε αυτό, οφείλω να τρέμω και από φόβο, γιατί παραδίνοντας τον εαυτό μου στα χέρια του βρίσκομαι στο έλεός του.
…. Όταν ο άλλος απουσιάζει γεμίζει όλη μας την ύπαρξη. Γίνεται “κυρίαρχη σκέψη”, μας καταδιώκει η μορφή του που ανακαλείται στο νου σαν μικρή εικόνα, εκείνη που μας γοήτευσε και που τώρα έρχεται να καλύψει το κενό που άφησε η απουσία του. Η νοσταλγία και το αίσθημα της απουσίας του άλλου συμπίπτουν με το νόημα της ζωής μας. Νιώθουμε συνεχώς ανικανοποίητοι, ανεξάρτητα από το τι έχουμε επιτύχει.
Ο άνθρωπος στην αδιάκοπη περιπλάνησή του, παραμένει αιωνίως πικραμένος από την εμπειρία του, αλλά το ανικανοποίητο είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για να ωριμάσει. Πρέπει να είμαστε μόνοι, να νιώσουμε τη μοναξιά για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει η παρουσία του άλλου.Η επιθυμία μας έχει να κάνει κυρίως με τη φαντασία μας. Για να μπορέσουμε να δεχτούμε την απουσία, πρέπει να εσωτερικεύσουμε τον άλλο.
Αυτό που ψάχνουμε να βρούμε στον άλλον έχει τις καταβολές του βαθιά μέσα μας. Δεν υπάρχει άλλη εμπειρία που να μας φέρνει σ’ επαφή με το ασυνείδητο όσο ο έρωτας. Μόνο με αυτόν μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και να έρθουμε αντιμέτωποι με τη σκοτεινή πλευρά της ζωής. Πρόκειται όμως για κάτι επώδυνο. Το σώμα του ερωτευμένου είναι πάντοτε “γυμνό”, πιο απλό και εκτεθειμένο, εύθραυστο όπως κάθε πλάσμα που γίνεται όλο και πιο πολύ ο εαυτός του.
Ο έρωτας είναι μια ακραία εμπειρία κι αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η οδύνη από την απουσία αυτού που αγαπάμε μπορεί να μας αρρωστήσει. Οι ποιητές το ξέρουν αυτό: “Βρίσκομαι παγιδευμένος ανάμεσα σε δύο χρόνους: εσύ έχεις φύγει κι εσύ είσαι εδώ (αφού απευθύνομαι σε σένα). Ξέρω επομένως τι είναι ο ενεστώτας, αυτός ο δύσκολος χρόνος: ένα κομμάτι καθαρής αγωνίας (Barthes 1977: 35).
….Η «συμβατική σχέση» δεν είναι υποκατάσταστο αλλά το ακριβώς αντίθετο της γνήσιας σχέσης. Σ’ αυτήν τα λόγια είναι κυριολεκτικά κούφια, δεν έχουν καμιά εκφραστική δύναμη, αφού η αληθινή επικοινωνία περνάει μέσα από ένα βαθύ αίσθημα που δεν μπορεί να υπάρξει κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες.
Τέτοιες σχέσεις αποτελούν κανόνα στη ζωή όλων μας και γι’ αυτό ζούμε γενικά σε καταστάσεις υποκρισίας, σε μια αδιάκοπη σχεδόν αλληλουχία ανταλλαγών που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ασήμαντες αν δεν καταβάλαμε τόσο κόπο στην απελπισμένη προσπάθεια να σώσουμε τουλάχιστον τα προσχήματα, το φάντασμα της αληθινής σχέσης. Η οδύνη όμως καιροφυλακτεί πάντα. Ακόμη κι όταν μας παρουσιάζεται η ευκαιρία να ζήσουμε μια αυθεντική σχέση, είμαστε τόσο ασυνήθιστοι σε κάτι τέτοιο, τόσο ανέτοιμοι, που από φόβο μήπως δεν μπορέσουμε να ανταποκριθούμε, υιοθετούμε ψεύτικη συμπεριφορά.
Έτσι όμως φτάνουμε σε αδιέξοδο. Από τη μια οι σχέσεις μας είναι συμβατικές, ψεύτικες και οδυνηρές κι από την άλλη οι γνήσιοι δεσμοί μάς κάνουν να πονούμε, γιατί απαιτούν μια συμπεριφορά βασισμένη στην αλήθεια που είναι δύσκολο να υποστηρίξουμε. Σε μια «αληθινή σχέση» αυτό που φοβόμαστε να εκφράσουμε δεν είναι οι σκέψεις μας, γιατί αυτές, σαν κοινωνική «φλυαρία», δεν μας αγγίζουν, δεν μας εμπλέκουν στην απόκρυφη διάσταση της συνάντησης. Φοβόμαστε για τα αισθήματά μας που η πείρα μας έδειξε ότι συνήθως ποδοπατούνται.
Αυτά ωστόσο αντιπροσωπεύουν την πιο αληθινή έκφραση της ύπαρξής μας. Είμαστε αυθεντικοί μόνο στις παρορμήσεις της ψυχής που είναι πάντοτε ο καρπός, το αποτέλεσμα ενός απόλυτα προσωπικού βιώματος. Επομένως είμαστε εξαιρετικά τρωτοί στην περιοχή των αισθημάτων, που γι’ αυτό φυλάμε τόσο ζηλότυπα.
Όταν βρεθούμε μέσα σε μια αληθινή σχέση στην οποία καλούμαστε να αφήσουμε χώρο για τα πλέον απόκρυφα συναισθήματα, η συμπεριφορά μας καθορίζεται από το παρελθόν μας κι από το φόβο μήπως οι ευαισθησίες μας γίνουν αντικείμενο χλευασμού. Θα θέλαμε να μοιραστούμε με τον άλλο τις βαθύτερες αλήθειες μας, αλλά φοβόμαστε να τις εκθέσουμε σε έναν κόσμο διαφορετικό από τον δικό μας, που μπορεί να μην τις κατανοήσει. Έτσι λοιπόν, αυτό που συνήθως γίνεται, είναι να βιώνουμε τη μοναξιά ακριβώς επειδή προεξοφλούμε ότι η πλέον προσωπική έκφραση της ύπαρξής μας θα παρανοηθεί ή πάντως δεν θα κατανοηθεί από τον άλλο. Η αληθινή επικοινωνία είναι αδύνατη, όχι επειδή μας λείπουν οι λέξεις, αλλά επειδή έχουμε αναπτύξει έναν ψυχικό κόσμο με απόλυτα ατομικές αξίες που δεν έχουν εξωτερικά σημεία αναφοράς.
Καροτενούτο Άλντο – Carotenuto Aldo “Eros e pathos. Margini dell’ amore e della sofferenza. Έρως και Πάθος – Τα όρια της αγάπης και του πόνου Εκδόσεις Ίταμος