Ένας ορφανός πλανήτης, επίσης γνωστός ως διαστρικός, νομάδας, ελεύθερος, ή περιπλανόμενος πλανήτης είναι πλανητικό σώμα το οποίο βρίσκεται σε απευθείας τροχιά γύρω από τον γαλαξία στον οποίο ανήκει χωρίς ωστόσο να ανήκει απευθείας σε κάποιο ηλιακό σύστημα.
Η κρατούσα επιστημονική άποψη, σχετικά με τους πλανήτες μέχρι πρόσφατα ήταν, ότι αυτοί περιφέρονται αποκλειστικά γύρω από ένα άστρο (σαν το ήλιο) , ή σπανιότερα γύρω από δυο δίδυμα άστρα.
Η θεωρία αυτή βόλευε, γιατί έτσι έδιναν μια εξήγηση για το πώς δημιουργήθηκαν οι πλανήτες, ότι δηλαδή δημιουργούνται από το υλικό που απομένει μετά τη δημιουργία ενός άστρου και έτσι αναγκαστικά περιφέρονται γύρω από το ογκώδες άστρο παγιδευμένοι από τη βαρύτητα.
Το 2000 μια ομάδα Ισπανών αστρονόμων ανήγγειλε την ανακάλυψη ελεύθερων πλανητών, δηλαδή πλανητών οι οποίοι κινούνται ελεύθερα στον μεσοαστρικό χώρο. Φυσικά το επιστημονικό κατεστημένο που πολύ δύσκολα δέχεται την ανατροπή των κρατουσών θεωριών που τις αντιμετωπίζει και τις υπερασπίζεται σαν να ήταν γνώση και όχι θεωρίες, αντέδρασε με καχυποψία ως προς την ορθότητα της ανακάλυψης.
Ωστόσο γύρω στο 2011 η ύπαρξη ελεύθερων πλανητών επιβεβαιώθηκε με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο! Όχι μόνο υπάρχουν, αλλά είναι και πολλοί! Είναι δύο φορές περισσότεροι από τα άστρα, δηλαδή πρέπει να υπάρχουν 400 δισεκατομμύρια ελεύθεροι πλανήτες μόνο στον γαλαξία μας!
Η ύπαρξη ελεύθερων πλανητών είχε αναφερθεί για πρώτη φορά, σε ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας το 1932 το «Η σύγκρουση των πολιτισμών των Ρhilip Wylie και Εdwin Βalmer. Όπως και με τον κινητήρα ιόντων του σταρ τρεκ, η φαντασία για άλλη μια φορά είχε προλάβει την επιστήμη.
Εάν ένας ελεύθερος πλανήτης, ένας αδέσποτος πλανήτης, ή πλανήτης αλήτης διαθέτει γεωθερμική ενέργεια και σχετικά πυκνή ατμόσφαιρα μπορεί να διαθέτει επιφανειακή θερμοκρασία ικανή να συντηρήσει ζωή, καθώς και νερό σε υγρή μορφή. Θα μπορούσε λοιπόν να αποτελέσει το τέλειο διαστημόπλοιο για την εξερεύνηση του σύμπαντος και της μεταφοράς της ζωής, σε άλλους κόσμους.
Εάν υπάρχουν τόσο πολλοί εκεί έξω, ίσως κάποιοι από αυτούς να έχουν επιβάτες.
Σύμφωνα με τη wikipedia, το 1998 αναπτύχθηκε η θεωρία πως μερικά πλανητικά σώματα αιωρούνται στις αχανείς εκτάσεις του διαστρικού διαστήματος και πως πιθανώς μπορούν να διατηρήσουν μια πυκνή ατμόσφαιρα χωρίς να παγώσουν, εφόσον η ατμόσφαιρα θα διατηρείται από την υπεριώδη ακτινοβολία που θα προκύπτει από την πίεση μιας πυκνής ατμόσφαιρας αποτελούμενης από υδρογόνο.
Θεωρείται πιθανό πως κατά τον σχηματισμό των πλανητών αρκετά πρωτοπλανητικά σώματα μικρού μεγέθους διαφεύγουν από τον σχηματισμό του γονικού σχηματιζόμενου πλανήτη. Με την μειωμένη υπεριώδη ακτινοβολία η οποία κανονικά θα απομάκρυνε τα ελαφρύτερα συστατικά στοιχεία της ατμόσφαιρας λόγω της αυξανόμενης απόστασης από τον γονικό αστέρα, η ατμόσφαιρα ενός πλανήτη που θα αποτελούνταν κυρίως από υδρογόνο και ήλιο θα μπορούσε εύκολα να διατηρηθεί ακόμα και από σώματα με παρόμοια βαρύτητα με τη Γη.
Έχει υπολογιστεί πως σε ένα σώμα με το μέγεθος της Γης, με ατμοσφαιρική πίεση ένα κιλομπάρ υδρογόνου όπου έχει σημειωθεί αδιαβατική μεταβολή, η γεωθερμική ενέργεια που θα προέκυπτε από την αποσύνθεση των ραδιοϊσότοπων θα ήταν αρκετή για να θερμάνει την ατμόσφαιρα πάνω στην επιφάνεια του σώματος σε θερμοκρασίες πάνω από το σημείο βρασμού του νερού,[18]έτσι έχει προταθεί ως πιθανή η ύπαρξη ανεξαρτήτων πλανητών οι οποίοι διαθέτουν ωκεανούς με νερό σε υγρή κατάσταση. Έχει επίσης προταθεί περαιτέρω πως αυτοί οι πλανήτες είναι ικανοί να παραμένουν γεωλογικά ενεργοί για μακρές περιόδους, παρέχοντας έτσι μια προστατευτική μαγνητόσφαιρα και πιθανή ηφαιστειακή δραστηριότητα στον πυθμένα των ωκεανών, στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγές ενέργειας για μορφές ζωής.
Έτσι οι άνθρωποι θα μπορούσαν θεωρητικά να ζήσουν σε ένα πλανήτη χωρίς ήλιο, αν και οι πηγές τροφής θα ήταν περιορισμένες.
Μια μελέτη προσομοίωσης σχετικά με την διαφυγή πλανητών από το πλανητικό τους σύστημα έδειξε πως περίπου 5 τοις εκατό των πλανητών με μέγεθος παρόμοιο με τη Γη θα διατηρούσαν τους φυσικούς δορυφόρους τους μετά τη διαφυγή, με τους μεγαλύτερους σε μέγεθος φυσικούς δορυφόρους να αποτελούν μια πηγή σημαντικής παλιρροϊκής θέρμανσης στον πλανήτη μέσω της επίδρασης της βαρύτητας τους