Έρχομαι από τη Φτώχεια και πηγαίνω στην Εξαθλίωση, θεός μου το κεφάλαιο….
Πολ Λαφάργκ, «Η θρησκεία του κεφαλαίου»
Αποσπάσματα απ’ το βιβλίο του Πολ Λαφάργκ «Η θρησκεία του κεφαλαίου». Το βιβλίο αυτό αποτελεί τα πρακτικά ενός (φανταστικού) Διεθνούς Συνεδρίου που έγινε στο Λονδίνο (δεν καθορίζεται η ημερομηνία), κατά τη διάρκεια του οποίου οι εκπρόσωποι των πιο επιφανών αστών συντάσσουν τα πρακτικά μιας νέας θρησκείας που θα λατρεύει το Χάος που δημιούργησαν και που ονόμασαν «πολιτισμένο κόσμο».
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς ονομάζεσαι;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μισθωτός.
Ε: Ποιοι είναι οι γονείς σου;
Α: Ο πατέρας μου ήταν μισθωτός, καθώς και ο παππούς μου και ο προπάππος μου. Αλλά οι πρόγονοί μου ήταν δουλοπάροικοι και σκλάβοι. Η μάνα μου ονομάζεται Φτώχεια.
Ε: Από πού έρχεσαι και πού πηγαίνεις;
Α: Έρχομαι από τη Φτώχεια και πηγαίνω στην Εξαθλίωση, περνώντας από το νοσοκομείο όπου το κορμί μου θα χρησιμεύσει για τα πειράματα στα καινούργια σας φάρμακα και για τις έρευνες των γιατρών που περιθάλπουν τους προνομιούχους του Κεφαλαίου. […]
Ε:Ποια είναι η θρησκεία σου;
Α: Η θρησκεία του Κεφαλαίου.
Ε: Ποια καθήκοντα σου επιβάλλει η θρησκεία σου;
Α: Δυο κύρια καθήκοντα: το καθήκον της παραίτησης και το καθήκον της εργασίας. Η θρησκεία μου, μου επιβάλλει να παραιτηθώ από τα δικαιώματά μου πάνω στη γη, την κοινή μας μητέρα, πάνω στα πλούτη που κρύβουν τα σπλάχνα της, πάνω στην γονιμότητα του εδάφους της και την γονιμοποίησή της από τη ζέστη και το φως του ήλιου. Μου επιβάλλει να παραιτηθώ από το δικαίωμα να έχω έλεγχο πάνω στην εργασία των χεριών και του μυαλού μου, μου επιβάλλει ακόμα να παραιτηθώ από τα δικαιώματα πάνω στον ίδιο μου τον εαυτό: από τη στιγμή που περνάω το κατώφλι του εργαστηρίου μου, δεν ανήκω πια στον εαυτό μου, είμαι κτήμα του αφεντικού μου. Η θρησκεία μου μου επιβάλλει να δουλεύω από μικρός ως τον θάνατό μου, να δουλεύω με το φως του ήλιου και της ασετιλίνης, να δουλεύω μέρα νύχτα, να δουλεύω πάνω στη γη, κάτω από τη γη και μες στη θάλασσα. Να δουλεύω παντού και πάντα.
Ε: Σου επιβάλλει και άλλα καθήκοντα;
Α: Ναι. Να συνεχίζω τη νηστεία όλο το χρόνο. Να ζω με στερήσεις χωρίς να χορταίνω ποτέ. Να καταπνίγω όλες τις σαρκικές μου ανάγκες και τις πνευματικές αναζητήσεις. […]
Ε: Ποιες τροφές σου επιτρέπει;
Α: Το ψωμί, τις πατάτες, τα φασόλια, το μπακαλιάρο και την ξερή ρέγκα, τα απορρίμματα του κρεοπωλείου, το γελαδινό και αλογίσιο κρέας, τα χοιρινά. Για να ανακτήσω γρήγορα τις εξαντλημένες μου δυνάμεις μου επιτρέπει να πίνω νοθευμένο κρασί, ρακί από πατάτες και “δηλητήριο” από κοκκινογούλι. […]
Ε: Τι σου επιβάλλει να κάνεις με τις οικονομίες σου;
Α: Να τις καταθέτω στο Κρατικό Ταμιευτήριο για να καλύπτουν το κρατικό έλλειμμα ή να τις εμπιστεύομαι στις εταιρίες που έχουν ιδρύσει οι φιλάνθρωποι οικονομολόγοι για να τις δανείζουν στα αφεντικά μου. Τις οικονομίες μας πρέπει να τις βάζουμε πάντα στη διάθεση των αφεντικών μας.
Ε: Σου επιτρέπει να αγγίζεις τις καταθέσεις σου;
Α: Όσο το δυνατόν σπανιότερα. Μας επιβάλλει να μην επιμένουμε όταν το Κράτος αρνείται να τις αποδώσει και να παραιτούμαστε από κάθε διεκδίκηση όταν οι φιλάνθρωποι οικονομολόγοι, προλαβαίνοντας τις ανάγκες μας, μας αναγγέλλουν ότι οι οικονομίες μας έγιναν καπνός. […]
Ε: Πώς σε τιμωρεί ο θεός σου;
Α: Καταδικάζοντάς με στην ανεργία. Με τον τρόπο αυτό με αφορίζουν. Μου απαγορεύουν το κρέας, το κρασί, τη φωτιά. Με καταδικάζουν να πεθάνω της πείνας, εγώ, η γυναίκα μου και τα παιδιά μου.
Ε: Ποια σφάλματα πρέπει να διαπράξεις για να καταδικαστείς στην ανεργία;
Α: Κανένα. Το Κεφάλαιο αρέσκεται να επιβάλλει την ανεργία για λόγους που το μικρό μυαλό μας αδυνατεί να συλλάβει. […]
Ε: Μετά το θάνατο, ποια θα είναι η ανταμοιβή σου;
Α: Πολύ μεγάλη. Μετά το θάνατο, το Κεφάλαιο θα με αφήσει να κάτσω και να ξαποστάσω. Δεν θα υποφέρω πια από το κρύο και την πείνα, δεν θα αγωνιώ για το καθημερινό ψωμί, ούτε για εκείνο της επόμενης μέρας. Θα απολαμβάνω την αιώνια ανάπαυση του τάφου.
αποσπάσματα