Έρως θεός αδιάλλακτος
Αντιλήψεις έρωτος μέσα από τα μυαλά και τις ψυχές ξεχωριστών προσωπικοτήτων. Στο αιώνιο ταξίδι του ο άνθρωπος, ο τόσο χρονικά περιορισμένος , αγωνίζεται να καταλάβει τον εαυτό του, τα κίνητρά του, την υπαρξιακή μοναξιά του, την ανάγκη για σύνδεση με το έτερον ήμισυ σε μια συμπαντική προσωρινή αναίρεση του θανάτου. Ένας λόγος ύπαρξης πέρα από την αναπαραγωγή, μια ανάγκη για θεϊκά εφαλτήρια, για δικαίωση της ύπαρξης. (rema Ι.Π)
Κάθε ερωτική σχέση βασίζεται σε άγραφες συμβάσεις που οι εραστές τις κλείνουν απρόσεκτα τις πρώτες βδομάδες της αγάπης τους. Βρίσκονται ακόμη σε ονειρική κατάσταση αλλά συνάμα, χωρίς να το ξέρουν, συντάσσουν σαν αδιάλλακτοι δικηγόροι τις λεπτομέρειες του συμβολαίου. Ώ εραστές, τα μάτια σας δεκατέσσερα σ’ αυτές τις επικίνδυνες πρώτες μέρες! Αν σερβίρετε στο σύντροφό σας το πρόγευμά του στο κρεβάτι, θα πρέπει να το συνεχίσετε αυτό για πάντα, αν δεν θέλετε να κατηγορηθείτε αργότερα για έλλειψη αγάπης και για προδοσία. (Μίλαν Κούντερα “Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης” εκδ. Οδυσσέας σελ. 40)
Ο έρωτας είναι μια αθώα πηγή που βγαίνει από την κοίτη της τη στρωμένη με κάρδαμο, λουλούδια και χαλίκια, που πότε ποτάμι και πότε ποταμός, αλλάζει όψη και φύση σε κάθε του κύμα και ρίχνεται σ’ ένα απροσμέτρητο ωκεανό, όταν τα μικρά πνεύματα βλέπουν τη μονοτονία, όταν οι μεγάλες ψυχές βυθίζονται στην άβυσσο αδιάκοπων στοχασμών. (Ονορέ ντε Μπαλζάκ “Το μαγικό δέρμα” εκδ. Ηριδανός σελ. 114)
Την κοίταζα, στην αρχή μ’ αυτό το βλέμμα που δεν είναι μόνο το φερέφωνο των ματιών, αλλά στο παραθύρι του προβάλλουν όλες οι αισθήσεις, ανήσυχες κι απολιθωμένες, το βλέμμα που θά’θελε ν’ αγγίξει, να αιχμαλωτίσει, να πάρει μαζί του το κορμί που κοιτάζει και την ψυχή του μαζί. (Μαρσέλ Προυστ “Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο” – Από τη μεριά του Σουάν Ι – εκδ. Ηριδανός σελ. 174)
Ο Έρωτας σημαίνει μια ποσοτική και ποιοτική μεγαλοποίηση του σεξουαλισμού. (Χέρμπερτ Μαρκούζε “Έρως και πολιτισμός” εκδ. Κάλβος σελ. 207)
Δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο, ούτε άνθρωπος, ούτε διάβολος, ούτε πράγμα, που να το θεωρώ τόσο ύποπτο σαν τον έρωτα, που διαποτίζει την ψυχή περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Δεν υπάρχει τίποτα που να κατακτά και να δεσμεύει την καρδιά όπως ο έρωτας. Έτσι, όταν δεν υπάρχουν τα όπλα που θα τον καταπολεμήσουν, ο έρωτας ωθεί την ψυχή σ’ έναν απύθμενο αφανισμό. (Ουμπέρτο Έκο “Το όνομα του Ρόδου” εκδ. Γνώση σελ. 305)
Μα, αγαπητέ μου Κόστια, όσον καιρό δεν αγαπούσα, ήξερα κι εγώ θαυμάσια τι πράμα είναι ο έρωτας. (Άντον Τσέχοφ “Διηγήματα” εκδ. Ζαχαρόπουλος σελ. 259)
Υπάρχουν άντρες που σε μερικές στιγμές της ζωής τους φάνηκαν παθιασμένοι εραστές, δεν υπάρχει όμως ούτε ένας που να μπορείς να τον χαρακτηρίσεις “μεγάλο ερωτευμένο”. Και στις πιο βίαιες εκδηλώσεις τους, δεν εγκαταλείπονται ποτέ ολοκληρωτικά. Ακόμα κι όταν γονατίζουν μπροστά στην αγαπημένη, εκείνο που σκέφτονται είναι πώς να εξουδετερώσουν την αντίστασή της, πώς να την υποτάξουν σεξουαλικά. Ως το μεδούλι των οστών τους παραμένουν κυριαρχικά, ανεξάρτητα άτομα. Η αγαπημένη γυναίκα αποτελεί μια αξία ανάμεσα σε τόσες άλλες. Θέλουν να την ενσωματώσουν στην ύπαρξή τους κι όχι να καταποντισθούν μέσα της. Για τη γυναίκα, αντίθετα, ο έρωτας είναι η ολόπλευρη εγκατάλειψη για όφελος του αγαπημένου. (Σιμόν Ντε Μπωβουάρ “Το δεύτερο φύλο” εκδ. Γλάρος σελ. 660)
Γιατί δεν πετάς έξω τα βρωμόγατα, μου είπε κάποτε ένας από τους εραστές μου. Επειδή θα ζήσω μαζί τους περισσότερο καιρό απ’ ό,τι με σένα, του απάντησα. (Άνια Μέυλεμπέλτ “Το τέλος της ντροπής” εκδ. Λιβάνης σελ. 176)
Οι έρωτες είναι σαν τις αυτοκρατορίες: μόλις εξαφανίζεται η ιδέα πάνω στην οποία χτίστηκαν, εξαφανίζονται και αυτοί μαζί της. (Μίλαν Κούντερα “Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι” εκδ. Εστία σελ. 211)
Όλοι οι προσδιορισμοί του έρωτα θα έχουν πάντα ένα κοινό σημείο: ο έρωτας είναι κάτι ουσιώδες, μεταμορφώνει τη ζωή σε πεπρωμένο: οι ιστορίες που ξετυλίγονται “πέρα από τον έρωτα”, όσο ωραίες κι αν είναι, έχουν ως αναγκαία συνέπεια ένα χαρακτήρα επεισοδιακό. (Μίλαν Κούντερα “Η Αθανασία” εκδ. Εστία σελ. 361)
Πολλοί άνθρωποι όταν ενώνονται σαρκικά έχουν την εντύπωση πως ενώθηκαν και ψυχικά κι εκφράζουν μετά αυτήν την εσφαλμένη πίστη με το να αισθάνονται αυτόματα την ανάγκη να μιλούν στον ενικό. Έτσι εγώ που δεν ανέχομαι μια τέτοια εσφαλμένη αρμονία σώματος και ψυχής δέχτηκα τον ενικό της Έλενας με αντιπάθεια. (Μίλαν Κούντερα “Το αστείο” εκδ. Κάλβος σελ. 234)